Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Ανεπανάληπτη

Δεν υποστήριξα πως ήμουν ποτέ η καλύτερη.
Η τέλεια.
Η μοναδική.
Η ονειρεμένη.

Δεν θα μπορούσα ποτέ να ξεγελάσω κανέναν, πόσο μάλλον εσένα....
Έχω τα κότσια όμως να πω πως σαν είχα το κορμί σου στα χέρια μου, την ανατριχίλα την προκαλούσα αβασάνιστα...
Κι όταν ακουμπούσα επάνω σου το γυμνό μου κορμί, η καρδιά σου  χτύπαγε τόσο δυνατά που σχεδόν με τρόμαζε.
Τους αναστεναγμούς σου, έναν έναν τους θυμάμαι...
Την ώρα που σου ψιθύριζα στο αυτί όσα λαχταρούσες να ακούσεις.

Αυτό που είχες πλάσει στο μυαλό σου, ήταν για μένα.
Για το δικό μου χάδι. Το δικό μου φιλί.
Τους δρόμους που η γλώσσα μου χάραζε στο σώμα  σου, εκείνους που θυμόσουν χορτασμένος από έρωτα μετά κι όμως.... σφιγγόταν το στομάχι σου από την τρέλλα ότι πραγματικά συνέβη...

Ξέρω για τις φορές που με μισούσες που δεν υποτασσόμουν.
Που δεν κατάφερνες να με λυγίζεις.
Που ήξερες πως γνώριζα το κάθε ψέμμα που ξεστόμιζες.
Που δεν σχολίαζα γιατί απλά σε άφηνα έρμαιό τους. Να τα κουβαλάς και να βασανίζεσαι.
Που δεν τα διαστάυρωνα να σε βγάλω ψεύτη γιατί απλά....αδιαφορώ.

Ξέρω για τις φορές που πείσμωνες. Που θύμωνες.
Όπως ξέρω για τα βράδια που ο πόθος σου σε  ξύπναγε και περπατούσες στο άδειο σπίτι.
Μπορεί να μην ήμουν η πρώτη  σου σκέψη. Ούτε η τελευταία.
Εμφανιζόμουν όμως στο μυαλό σου και χωνόμουν στις σκέψεις της ημέρας που πέρασε...κι ας μην το ήθελες.

Κι επειδή δεν είχα αντιδράσει όπως το ήθελες...
επειδή δεν ήμουν εκεί που ήθελες...
επειδή δεν έκανα αυτό που ήθελες...
ώστε εσύ να μπορείς να κρατάς τον εγωισμό σου ψηλά....
ήμουν ένοχη.
Και με καταδίκαζες σε όποια τιμωρία πίστευες εσύ πως άξιζα μα και σε αυτή που άντεχες εσύ.....

Κι όμως....
Δεν είπα ποτέ πως είμαι τέλεια.
Μοναδική.
Ονειρεμένη.

Έλεγα πάντα πότε έρχομαι, και πότε γουστάρω να φύγω.
Έλεγα πάντα τι ήθελα από σένα. Και τι πήρα.

Κι όταν ξεχνούσες τον εγωισμό κι ο πόθος ξεχείλιζε , το πάθος που ομολογούσες σε λύτρωνε...
Εγώ σε ξεδιψάω...
Εγώ σε πεθαίνω...
Εγώ σε ανασταίνω...

Εμένα κατηγορείς..κι εμένα προσκυνάς...

Κι ήσουν πάντα ελεύθερος.
Να βρεις κι άλλες αγκαλιές.
Κι άλλα κορμιά διψασμένα για έρωτα μωρό μου.
Ελεύθερος να φτιάξεις νέα παιχνίδια στο μυαλό σου και καινούριες πρωταγωνίστριες να προσκυνήσουν την κάθε επιθυμία σου.
Να σκύβεις να φιλάς σαρκώδη  χείλη που μπορούν να προκαλέσουν την υπέρτατη καύλα.
Κορμιά με τέλειες αναλογίες που σε στέλνουν στον Παράδεισο.
Υπάρξεις που μπορούν να σου βγάλουν γούστα αναπάντεχα.

Όχι σαν εμένα.
Καλύτερες.
Ονειρεμένες.
Τέλειες.

Μα όχι σαν εμένα.

Όχι εγώ.

Αυτή είναι η δική σου τιμωρία χαρά μου....

Εγώ.
Που δεν είπα ποτέ πως είμαι τέλεια.
Μοναδική.
Ονειρεμένη.

Εγώ.
Ούτε μοναδική.
Ούτε τέλεια.
Ούτε ονειρεμένη.
Απλά...ανεπανάληπτη.

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

Παραμύθια...

Μεγάλωσες ξέρεις...
Μην μετράς τα χρόνια μονάχα. Μέτρα και τις εμπειρίες.
Τόσα ψέμματα πια πως αντέχεις και τα θυμάσαι;
Γιατί τα κουβαλάς;
Όταν υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν τα μύχια σου , τι θες και τα χρυσώνεις;

Χάζεψε λίγο τη ζωή που ξημερώνει κάθε πρωί.
Αγάπησε την κάθε μέρα και μην την σπρώχνεις να περάσει.
Κι όλα γίνονται πιο εύκολα όταν πάψεις να υποκρίνεσαι...

Είσαι  μεγάλο παιδί για να σου λένε παραμύθια...
Κι εγώ πολύ μεγάλη πια για να στα λέω.

Ίσως τελικά δεν είμαι πια τόσο ρομαντική όσο παλιά.
Κι ίσως να μεγάλωσα πιο γρήγορα από όσο νόμιζα.


Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

-Ήρθες; (Προσ)Πέρασε κι όλας....

Γιατί με κοιτάς και μου θυμώνεις;

Στην πόρτα εμπρός εσύ μα πίσω εγώ, κι αυτή κλειστή...

Δεν είναι πια που φοβάμαι. Μα μήτε   και περιμένω κάτι για να την ανοίξω

και να σε καλοδεχτώ. 

Είναι πια που η ζωή είναι πιο δυνατή, κι αποφάσισα να παλέψω μαζί της. 

Είναι που μεγάλωσα, και δεν ντύνω τα θέλω μου με παραμύθια. 

Το γυμνό κορμί σου να ταξιδεύω κι όταν φεύγω να μένει εκεί. Δεν θέλω πια εισιτήριο δικαιολογία μήπως και ντραπώ. 

Δεν θέλω να κουβαλώ τίποτα πια. Μονάχα εμένα. 

Άλλωστε στα μισά τα μοιρασμένα πάντα στο μέτρημα με ρίχναν. 

Θάχεις μια σκέψη ίσως. Θάχεις μια νύχτα. 

Το πιο πολύ, το πιο βαρύ δεν το αντέχουν οι καρδιές που ξέρω εγώ. 

Τα λόγια γεννήθηκαν να ψήνουν κι όχι να σφραγίζουν το τι μπορείς. 

Γιατί τι ακριβώς μπορείς ποτέ δεν το γνωρίζεις, μονάχα τη στιγμή που περνάς τη γραμμή αυτή που κάποτε βάφτιζες υπερβολή. 

Τίποτα πιο πραγματικό από το τώρα. Αυτή τη στιγμή. Κανένα μέλλον. Ούτε καν παρόν το λες. 

Μια στιγμή. Αυτή τη στιγμή που παίρνεις την ανάσα. 

Και τίποτα πιο ειρωνικό να μην  μπορείς να σχεδιάσεις για τούτη τη μια στιγμή τίποτα.... αφού μέχρι να ανασάνεις έχει ήδη φύγει...

Γιαυτό Έρωτα, εσύ μπορεί να ήρθες, μα τούτη η πόρτα θα μείνει κλειστή. 

Σαν φύγω μπορείς να περάσεις, μα όσο είμαι εδώ προσπέρασε. 

Γιατί Έρωτας πια δεν είναι καλοδεχούμενος εδώ. 



Δυο γυμνά κορμιά σε ιδρωμένα σεντόνια, θολή ατμόσφαιρα από τσιγάρα, περιβάλλον πορνό ταινίας. Αναστεναγμοί και πρόστυχα λόγια. Λάγνο βλέμμα.

Κορμιά που προκαλούν, που κατακτούν, που προσφέρονται.

Ερωτικό παιχνίδι με μόνο μια ανάγκη: Την ηδονή και μέχρι εκεί. 

Κύριος ο Έρωτας μα κυρία και η Καύλα. 

Και για μένα, προηγούνται οι κυρίες πάντα...