Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

Ακροβατώ

Δεν θυμάμαι πότε άρχισε να μην μου αρέσουν τα ύψη.
Βρέθηκα κάποια στιγμή σε τεντωμένο σκοινί κι εκείνη η φορά με χάραξε.
Εμένα που δεν με ένοιαζε ποτέ να φάω τα μούτρα μου. Δεν έπεφτα καν σαν κυρία.
Περισσότερα έμοιαζα με τα κουτάβια που τσουλάνε μαζί με τη μούρη τους στο μάρμαρο  προσπαθώντας να φρενάρουν παρά με άνθρωπο που παραπάτησε...
Δεν με πείραζε ούτε ο πόνος. Μπορεί να τον σκεφτόμουν λίγο πριν το μεγάλο πέσιμο και να έχανα τη χαρά της ισορροπίας, τη θέα από εκεί πάνω, μα σαν ερχόταν η ώρα, σηκωνόμουν ατσούμπαλα, τίναζα τάχα τα ρούχα μου, έκανα και μια γκριμάτσα να πέσει και το σχετικό γέλιο και προχωρούσα παρακάτω.
Φόβος; Δεν είχα αυτόν τον φόβο που σε αποτρέπει να δοκιμάσεις. Σαν τα παιδιά που έχουν άγνοια κινδύνου και μετά βλέπουν τα σημάδια στα γόνατα σαν παράσημα.

Μα τώρα, τώρα όλα είναι αλλιώς.
Ανεβαίνω σε ένα σκοινί, με παλάμες ιδρωμένες.
Ιδρώτας κατεβαίνει στην ραχοκοκκαλιά μου, παγωμένος που με κάνει και ανατριχιάζω.
Παγωμένο το κορμί μου, αβέβαιη σε κάθε βήμα.
Τα δάχτυλά μου παγωμένα κι αυτά από την αγωνία, μα ευτυχώς το σκοινί είναι ψηλά και οι θεατές δεν βλέπουν τίποτα από όσα το πρόσωπό μου εκφράζει.

Αγωνία που στραγγίζει το αίμα από το πρόσωπό μου... και ο φόβος που μαγκώνει την ψυχή σου, στην στίβει και εσύ με ένα αδέξιο χαμόγελο προσπαθείς να πείσεις πως όλα είναι καλά.

Τι κι αν η θέα από κει πάνω, με ζαλίζει; Ανακατεύει τα σωθικά μου, με αρρωσταίνει.
Μα και με μαγεύει...
Λατρεύω κάθε στιγμή αυτού του ταξιδιού.
Πως μπορείς να ζητήσεις από τον Έρωτα να μην σε πονέσει;
Δεν γίνεται.. Είναι σαν να τρως παγωτό σοκολάτα με σαντιγύ και προσέχεις κάθε στιγμή μη λερώσεις το λευκό σου πουκάμισο....
Κοιτάζω μακριά κι ας φοβάμαι. Κοιτάζω και χαμηλά κι ας πανικοβάλλομαι. Κοιτάζω εσένα και τα ξεχνάω όλα.
Μόνο ένα πράγμα έρχεται κάπου κάπου και κλωτσάει τη λογική που απομένει.
Έχει τόσο μεγάλη σημασία πως θα πέσω. Δεν θέλω να γελάσει κανείς
Θα με πονέσει περισσότερο από την ίδια την πτώση.
Νοιώθω το βλέμμα σου και έχει ξαφνικά τόση σημασία να φαίνομαι δυνατή, όμορφη, τέλεια.
Τέλεια μόνο στα δικά σου μάτια.


Τέλεια επάνω στο σκοινί την ώρα που ακροβατώ.
Τέλεια κι όταν θα πέσω.
Μόνο επειδή υπάρχεις εσύ εκεί.

Μα τι θέλω εγώ εδώ πάνω;
Τις δικές σου αντοχές μετρώ ή μήπως τις δικές μου;
Αραιά και που λέω "Δεν με νοιάζει" και κάνω το επόμενο βήμα στο τεντωμένο σκοινί.
Πιο αραιά λέω "Λογικέψου"!
Και από τις δυο φωνές που φωνάζουν, ακούω μόνο της καρδιάς μου.
"Περπάτα...κι όπου σε βγάλει....
Κι αν κοπεί το σκοινί ή το κόψουν τα άγια του χέρια, τύλιξέ το στο κορμί σου...



Ενθύμιο...... "

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου